διώχτηκα
Νέα ελληνικά (el)
Προφορά 1
- ΔΦΑ : /ˈðʝo.xti.ka/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : διώ‐χτη‐κα
Ρηματικός τύπος
διώχτηκα
Προφορά 2
- ΔΦΑ : /ðiˈo.xti.ka/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : δι‐ώ‐χτη‐κα
Ρηματικός τύπος
διώχτηκα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.