διχοτομικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
διχοτομικά
<
διχοτομικός
+
-ά
Επίρρημα
διχοτομικά
με
διχοτομικό
τρόπο
,
αποσκοπώντας
στη
διχοτόμηση
Μεταφράσεις
διχοτομικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
διχοτομικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
διχοτομικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.