διαχειριστής εκκίνησης
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- διαχειριστής εκκίνησης < → δείτε τις λέξεις διαχειριστής και εκκίνηση, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική boot manager
Πολυλεκτικός όρος
διαχειριστής εκκίνησης
- (πληροφορική) πρόγραμμα που εκτελείται στην εκκίνηση του υπολογιστικού συστήματος και αν δει ότι υπάρχουν περισσότερα του ενός λειτουργικά συστήματα επιτρέπει στον χρήστη να επιλέξει [1]
Μεταφράσεις
διαχειριστής εκκίνησης
Αναφορές
- Ενεργά διαμερίσματα και διαχειριστές εκκίνησης (Active Partitions and Boot Managers). Αρχειοθέτηση 2011-10-15. Πρόσβαση 2021-05-03.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.