διασταλτά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
διασταλτά
<
διασταλτός
+
-ά
Επίρρημα
διασταλτά
με
διασταλτό
τρόπο
Μεταφράσεις
διασταλτά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
διασταλτά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
διασταλτό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.