διαμορφωτής-αποδιαμορφωτής

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

διαμορφωτής-αποδιαμορφωτής < διαμορφωτής + αποδιαμορφωτής < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική modulator-demodulator

Ουσιαστικό

διαμορφωτής-αποδιαμορφωτής αρσενικό

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.