διά χρόνου
Αρχαία ελληνικά (grc)
Έκφραση
διὰ χρόνου
- έπειτα από ένα χρονικό διάστημα
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Ἰφιγένεια ἐν Αὐλίδι, στίχ. 636 (635-636)
- ἐγὼ δὲ βούλομαι τὰ σὰ στέρν᾽, ὦ πάτερ, | ὑποδραμοῦσα προσβαλεῖν διὰ χρόνου·
- Στην αγκαλιά σου θέλω εγώ να τρέξω· | πόσον καιρό, πατέρα μου, μας λείπεις!
- Μετάφραση (1972) Η Ιφιγένεια στην Αυλίδα: Θρασύβουλος Σταύρου, Αθήνα: Εστία @greek‑language.gr
- ἐγὼ δὲ βούλομαι τὰ σὰ στέρν᾽, ὦ πάτερ, | ὑποδραμοῦσα προσβαλεῖν διὰ χρόνου·
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Ἠλέκτρα, στίχ. 504 (503-504)
- τί δ᾽, ὦ γεραιέ, διάβροχον τόδ᾽ ὄμμ᾽ ἔχεις; | μῶν τἀμὰ διὰ χρόνου σ᾽ ἀνέμνησεν κακῶν;
- Γέρο, γιατί έχεις δακρυσμένο βλέμμα; | Μήπως θυμήθηκες τις συμφορές μου κι ας είναι τόσα χρόνια που περάσαν;
- Μετάφραση (1988): Τάσος Ρούσσος, Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών @greek‑language.gr
- τί δ᾽, ὦ γεραιέ, διάβροχον τόδ᾽ ὄμμ᾽ ἔχεις; | μῶν τἀμὰ διὰ χρόνου σ᾽ ἀνέμνησεν κακῶν;
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Ἰφιγένεια ἐν Αὐλίδι, στίχ. 636 (635-636)
Συνώνυμα
- σὺν χρόνῳ
- διὰ πολλοῦ χρόνου
Πηγές
- χρόνος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- χρόνος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.