δεσμευμένη μεταβλητή

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

δεσμευμένη μεταβλητή <  δείτε τις λέξεις δεσμευμένος και μεταβλητή, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική bound variable

Πολυλεκτικός όρος

δεσμευμένη μεταβλητή

Αντώνυμα

Υπερώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.