δεκατετράστιχο
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- δεκατετράστιχο < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του δεκατετράστιχος
Ουσιαστικό
δεκατετράστιχο ουδέτερο
- ποίημα από δεκατέσσερις στίχους (βλέπε σονέτο)
- τμήμα ποιήματος από δεκατέσσερις στίχους
Μεταφράσεις
δεκατετράστιχο
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.