ασσυριακών
Νέα ελληνικά (el)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
ασσυριακών
- γενική πληθυντικού του ασσυριακός
- γενική πληθυντικού του ασσυριακή
- γενική πληθυντικού του ασσυριακό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.