ασκοτείνιαστα
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
ασκοτείνιαστα
<
α-
στερητ. +
σκοτεινιάζω
Επίρρημα
ασκοτείνιαστα
πριν
σκοτεινιάσει
, πριν πέσει το βράδυ
Μεταφράσεις
ασκοτείνιαστα
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.