αρραβωνιάζομαι

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αρραβωνιάζομαι < παθητική φωνή του αρραβωνιάζω

Ρήμα

αρραβωνιάζομαι, μετοχή παρακειμένου αρραβωνιασμένος

  • ἀρραβωνίζομαι

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.