αριθμήσεις

Νέα ελληνικά (el)

Ρηματικός τύπος

αριθμήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αριθμώ
  2. θα αριθμήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αριθμώ

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

αριθμήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αρίθμηση
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.