απογοητεύομαι
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- απογοητεύομαι < παθητική φωνή του ρήματος απογοητεύω
Ρήμα
απογοητεύομαι
- με απογοητεύει κάποιος / κάτι, νιώθω ότι οι ελπίδες που είχα στηρίξει σε κάτι διαψεύστηκαν
Μεταφράσεις
απογοητεύομαι
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.