ακαλλιέργητα
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
ακαλλιέργητα
<
ακαλλιέργητος
+
-α
Επίρρημα
ακαλλιέργητα
με
ακαλλιέργητο
τρόπο
,
χωρίς
καλλιέργεια
Μεταφράσεις
ακαλλιέργητα
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.