αδερφικάτα
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αδερφικάτα < αδερφικ(ός) + -άτα
Προφορά
- ΔΦΑ : /a.ðeɾ.fiˈka.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐δερ‐φι‐κά‐τα
Μεταφράσεις
αδερφικάτα
|
→ δείτε τη λέξη αδελφικά |
Πηγές
- «ἀδερφικά» - ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.