έκτη αίσθηση
Νέα ελληνικά (el)
Πολυλεκτικός όρος
έκτη αίσθηση θηλυκό
- (μεταφορικά) η δυνατότητα να διαισθανθεί κάποιος την άμεση μελλοντική έκβαση ενός γεγονότος με μία επιπλέον ενορατική αίσθηση
- δέκατη μούσα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.