Χοβίκ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Χοβίκ < άμεσο δάνειο από την αρμενική Հովիկ (Hovik)
Κύριο όνομα
Χοβίκ αρσενικό, άκλιτο
- αρμενικό ανδρικό όνομα, υποκοριστικό του Χοβχαννές, αντίστοιχο του ελληνικού ονόματος Γιαννάκης
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.