ΣΥΡΙΖΑ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ΣΥΡΙΖΑ < Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈsi.ɾi.za/
Συντομομορφή
ΣΥΡΙΖΑ αρσενικό ή ουδέτερο άκλιτο ακρωνύμιο
- (πολιτική) ελληνικό πολιτικό κόμμα, Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.