Ρόδον το αμάραντον

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Ρόδον το αμάραντον <  δείτε τις λέξεις ρόδο και αμάραντος

Πολυλεκτικός όρος

Ρόδον το αμάραντον ουδέτερο

αμάραντη τριανταφυλλιά
  1. (χριστιανισμός) προσωνυμία και επίκληση του Ιησού Χριστού και της Θεοτόκου.
  2. χριστιανική εορτή προς τιμή της Θεοτόκου
  3. ονομασία χριστιανικών ναών και ιδρυμάτων, κυρίως στη Ρωσία
  4. ονομασία χαρακτηριστικού εικονίσματος Παναγίας που κρατεί στο ένα χέρι τον Ιησού Χριστό και στο άλλο άνθη

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.