Μόσχος
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Μόσχος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
Μόσχος αρσενικό
Παράγωγα
- Μοσχόπουλος, Μοσχοπούλου (επώνυμο)
Σύνθετα
- Παπαμόσχος, Παπαμόσχου (επώνυμο)
Μεταφράσεις
Μόσχος
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.