Λοκρίς

Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Λοκρίς
      γενική τῆς Λοκρίδος
      δοτική τῇ Λοκρίδ
    αιτιατική τὴν Λοκρίδ
     κλητική ! Λοκρίς*
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος.
* Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Λοκρίς < Λοκρ(ός) + -ίς

Κύριο όνομα

Λοκρίς θηλυκό, μόνο στον ενικό

Συγγενικά

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.