Ζευς

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

άγαλμα όπου ο Ζευς απεικονίζεται καθιστός στον θρόνο του

Ζευς < αρχαία ελληνική Ζεύς

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈzefs/

Κύριο όνομα

Ζευς αρσενικό

  • (ελληνική μυθολογία, θεωνύμιο) ο θεός Δίας

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.