Βλαχοδημητροπούλου
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Βλαχοδημητροπούλου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Βλαχοδημητρόπουλος
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
Βλαχοδημητροπούλου αρσενικό
- (λόγιο) γενική ενικού του Βλαχοδημητρόπουλος
- άλλη μορφή: Βλαχοδημητρόπουλου
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.