tuba
Γαλλικά
(fr)
Ουσιαστικό
tuba
(fr)
(
μουσικό όργανο
)
η
τούμπα
(πνευστό μουσικό όργανο)
Πολωνικά
(pl)
Ουσιαστικό
tuba
(pl)
θηλυκό
(
μουσικό όργανο
)
η
τούμπα
(πνευστό μουσικό όργανο)
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.