schizoid

Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

schizoid < schiz- < σχίζω + -oid ( < -o- + id) < εἶδος. Ο όρος, από τον Eugen Bleuler το 1908.[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈskɪt.sɔɪd/

Επίθετο

schizoid (en)

Ουσιαστικό

schizoid (en)

Αναφορές

  1. "In psychiatry, its origins go back to Eugen Bleuler, who coined the term schizoid in 1908 to describe a natural component of personality that pulled one's attention toward one's inner life and away from external world"
    "Στην ψυχιατρική, έλκει την καταγωγή του από τον Όιγκεν Μπλόιλερ, ο οποίος δημιούργησε τον όρο schizoid το 1908 για να περιγράψει τα ενδότερα συστατικά της προσωπικότητας που μας κάνουν να εστιάζουμε στην εσωτερική ζωή μακριά από τον εξωτερικό κόσμο"
    Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών, Πέμπτη Έκδοση: Clinical Cases (αγγλ. "DSM-5: Clinical Cases") της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρίας (ΑΨΕ). Google Books, σ.304.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.