pilgrimage
Αγγλικά (en)
Ουσιαστικό
pilgrimage (en)
- προσκύνημα σε χώρο λατρείας ή ταξίδι σε συναισθηματικά συνδεδεμένο τόπο
- (μεταφορικά) (Συνώνυμα: homage trip) ταξίδι για απότιση φόρου τιμής
Συγγενικά
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.