many-valued

Αγγλικά (en)

Επίθετο

many-valued (en)

  1. (μαθηματικά) πλειότιμος[1]
  2. (πληροφορική) πλειότιμος

Αντώνυμα

Αναφορές

  1. Αγγλοελληνικό Λεξικό Μαθηματικής Ορολογίας, σελ. 194, Γιώργος Γεωργίου, Τμήμα Μαθηματικών και Στατιστικής Πανεπιστήμιο Κύπρου, Λευκωσία, Νοέμβριος 1999
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.