jump the gun

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό

jump the gun (en)
(αρνητική σημασία)

  • προτρέχω, βιάζομαι και δρω άκαιρα
  • πρόωρη εκκίνηση (και μεταφορικά - αρνητική σημασία)
  • δυσμενής πρόωρη δράση-επέμβαση που θα έπρεπε να γίνει σε ωριμότερο-μεταγενέστερο χρόνο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.