drobne
Πολωνικά
(pl)
Προφορά
ⓘ
Ουσιαστικό
drobne
(pl)
ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
τα
ψιλά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
drobne
(pl)
ουδέτερο του
drobny
στην ονομαστική, αιτιατική και την κλητική του ενικού
drobny
στην ονομαστική, αιτιατική και την κλητική του μη αρρενοπροσωπικού πληθυντικού
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.