defeatist

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό

defeatist (en)

  1. ηττοπαθής

Ουσιαστικό

defeatist (en)

  1. αυτός που είναι ηττοπαθής, που περιμένει την ήττα χωρίς να πολεμήσει να την αποτρέψει, πιστεύοντας ότι αυτό δεν είναι εφικτό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.