cutoff

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό
cutoff (en)
- συχνοτική - πληροφοριακή - οικονομική - δυναμική κτλ. αποκοπή ή μη ισχύς πέρα από συγκεκριμένη τιμή ή σημείο
- (φυσική), (κβαντική θεωρία πεδίου) εύρος ισχύος αλληλεπίδρασης
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.