beyond any doubt
Αγγλικά (en)
Έκφραση
beyond any doubt (en)
- (ιδιωματισμός) αδιαμφισβήτητος και αδιαμφισβήτητα πέρα από κάθε αμφιβολία, λόγιο: πέραν πάσης αμφιβολίας, με τρόπο που δείχνει ότι κάτι είναι απολύτως σίγουρο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.