airbag

Αγγλικά (en)

      ενικός         πληθυντικός  
airbag airbags

Ετυμολογία

airbag <  δείτε τις λέξεις air και bag

Ουσιαστικό

airbag (en)



Γαλλικά (fr)

      ενικός         πληθυντικός  
airbag airbags

Ετυμολογία

airbag < (άμεσο δάνειο) αγγλική airbag

Προφορά

ΔΦΑ : /ɛʁ.baɡ/

Ουσιαστικό

airbag (fr) αρσενικό



Δανικά (da)

Ουσιαστικό

airbag (da)



Ιταλικά (it)

Ουσιαστικό

airbag (it)



Νορβηγικά (no)

Ουσιαστικό

airbag (no)

Συνώνυμα

kollisjonspute (no)



Ολλανδικά (nl)

Ουσιαστικό

airbag (nl)



Πορτογαλικά (pt)

Ουσιαστικό

airbag (pt)



Τσεχικά (cs)

Ουσιαστικό

airbag (cs)

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.