affective

Αγγλικά (en)

Επίθετο

affective (en)

  1. (ψυχολογία) θυμικός, συναισθηματικός (-ή, -ό), που αναφέρεται ή επιδρά στο/αφορά ή επηρεάζει το συναίσθημα, που αφορά εγκεφαλικούς συναισθηματικούς μηχανισμούς/διεργασίες, που αφορά το μεταιχμιακό σύστημα
  2. συναισθηματικά φορτισμένος

Συνώνυμα

μερική συνωνυμία

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.