adresat
Πολωνικά (pl)
Προφορά
- ΔΦΑ : /aˈdrɛsat/
- ⓘ
Ουσιαστικό
adresat (pl)
- ο παραλήπτης (αυτός στον οποίο απευθύνεται ένα ταχυδρομικό αντικείμενο ή αυτός που είναι το αντικείμενο αποδοχής λόγων)
Αντώνυμα
Συγγενικά
- adresatka
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.