TRX
Αγγλικά (en)
Συντομομορφή
TRX (en) αρκτικόλεξο
- (τηλεπικοινωνίες) συντομογραφία του transceiver (ο πομποδέκτης) [1][2]
-
TRX στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές
- «TRX» από αναζήτηση «transceiver» και «πομποδέκτης» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
- acronyms.thefreedictionary. Προσπέλαση 2020-05-22.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.