NAND

Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

NAND < Negative AND

Συντομομορφή

NAND (en)

  • (ηλεκτρονική, υλικό υπολογιστή) μνήμη φλας που χρησιμοποιεί λογικές πύλες NAND (NOT-AND)
      When SSDs first emerged on the market, most cheap models had about five NAND chips in them, while expensive models had up to 10 NAND chips [1]
    Όταν πρωτοεμφανίστηκαν στην αγορά οι SSD, τα περισσότερα φθηνά μοντέλα είχαν περίπου πέντε τσιπς NAND σε αυτά, ενώ τα ακριβά μοντέλα είχαν έως και 10 τσιπς NAND (Απόδοση: το Βικιλεξικό.)

Υπερώνυμα

Υπώνυμα

  • NAND στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές

  1. (αγγλικά) Understanding NAND memory chips. Πρόσβαση 2021-06-01.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.