ISDN

Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

ISDN < Integrated Services Digital Network

Συντομομορφή

ISDN (en) αρκτικόλεξο

  • ADSL, BRI, PRI
  • ISDN στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές

  1. «ISDN» από αναζήτηση «integrated services digital network» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.