Dutch
Αγγλικά (en)
Προφορά
- ΔΦΑ : /dʌtʃ/
- ⓘ
- ⓘ
Κύριο όνομα
Dutch (en)
- (εθνικό όνομα) Ολλανδός
- (γλώσσα) τα ολλανδικά, η ολλανδική γλώσσα, τα ολλανδέζικα
-
Dutch (εθνικό όνομα) στην αγγλική Βικιπαίδεια

-
Dutch (γλώσσα) στην αγγλική Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.