ἐξαπίνης
Αρχαία ελληνικά (grc)
Επίρρημα
ἐξαπίνης (ἐξᾰπῐνης)
- εξαπίνης
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 9 (Ι. Πρεσβεία πρὸς Ἀχιλλέα. Λιταί.), στίχ. 5 (4-6)
- ὡς δ᾽ ἄνεμοι δύο πόντον ὀρίνετον ἰχθυόεντα,
Βορέης καὶ Ζέφυρος, τώ τε Θρῄκηθεν ἄητον,
ἐλθόντ᾽ ἐξαπίνης· ἄμυδις δέ τε κῦμα κελαινὸν- Και ως άνεμοι στην θάλασσαν κινούν αντάμα δύο,
εάν Βοριάς και Ζέφυρος ορμούν από την Θράκην
έξαφνα· κορυφώνεται το κύμα και μαυρίζει (Μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς @greek‑language.gr)
- Και ως άνεμοι στην θάλασσαν κινούν αντάμα δύο,
- ὡς δ᾽ ἄνεμοι δύο πόντον ὀρίνετον ἰχθυόεντα,
- ※ 5ος αιώνας πκε - ⌘ Θουκυδίδης, Ιστορία, δ 36
- καὶ ἐπὶ τοῦ μετεώρου ἐξαπίνης ἀναφανεὶς κατὰ νώτου αὐτῶν τοὺς μὲν τῷ ἀδοκήτῳ ἐξέπληξε, τοὺς δὲ ἃ προσεδέχοντο ἰδόντας πολλῷ μᾶλλον ἐπέῤῥωσεν.
- μόλις κατόρθωσε, με πολλή δυσκολία, να εμφανιστεί άξαφνα, χωρίς να τον αντιληφθούν, στα νώτα των Λακεδαιμονίων που τρόμαξαν με τον αιφνιδιασμό, ενώ οι Αθηναίοι που τους περίμεναν πήραν αμέσως θάρρος (Μετάφραση: Άγγελος Βλάχος @greek‑language.gr)
- καὶ ἐπὶ τοῦ μετεώρου ἐξαπίνης ἀναφανεὶς κατὰ νώτου αὐτῶν τοὺς μὲν τῷ ἀδοκήτῳ ἐξέπληξε, τοὺς δὲ ἃ προσεδέχοντο ἰδόντας πολλῷ μᾶλλον ἐπέῤῥωσεν.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 9 (Ι. Πρεσβεία πρὸς Ἀχιλλέα. Λιταί.), στίχ. 5 (4-6)
- δωρικός & αιολικός τύπος : ἐξαπίνας
- ιωνικός τύπος : ἐξάπινον
- (ελληνιστική κοινή): ἐξάπινα
Συνώνυμα
- ἐξαίφνης
Συγγενικά
- ἐξαπιναῖος
Αναφορές
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Πηγές
- ἐξαπίνης - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἐξαπίνης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.