Ἄφιδνα
Αρχαία ελληνικά (grc)
→ λείπει η κλίση
Ετυμολογία
- Ἄφιδνα < Ἄφιδνος
- ιωνικός, επικός τύπος : Ἀφίδνη
Πηγές
- Ἄφιδνα - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- Ἄφιδνα - Bailly, Anatole (1935) Le Grand Bailly: Dictionnaire grec-français (Το Μεγάλο Μπαγί: Λεξικό [αρχαίας] ελληνικής-γαλλικής), Παρίσι: Hachette.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.