ἀφρονέω
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- ἀφρονέω < → λείπει η ετυμολογία
Συγγενικά
- ἀφρονεύομαι
- ἀφρόνη
- ἀφρονίζω
- ἀφροντιστέω
- ἀφροντιστία
- ἀφροντιστητέον
- ἀφροντιστί
- Λέξεις ἀφρον- @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts
Πηγές
- ἀφρονέω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἀφρονέω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.