والله

Αραβικά (ar)

Ετυμολογία

والله
< μόριο αρχής ομοτικών εκφράσεων + στην πτώση (allāhi, του θεού, του Αλλάχ)

Προφορά

ΔΦΑ : /wa-l-lāhi/

Επιφώνημα

والله (وَٱللّٰهِ) (ar) (wa-l-lāhi)

  1. στο όνομα του θεού, του Αλλάχ, μα το θεό
     συνώνυμα: بِٱللّٰهِ‎ (bi-l-lāhi), تَٱللّٰهِ‎ (ta-l-lāhi)
  2. (έκφραση απορίας ή έκπληξης) αλήθεια;, αλήθεια!



Οθωμανικά τουρκικά (ota)

Ετυμολογία

والله < (άμεσο δάνειο) αραβική وَٱللّٰهِ (wa-l-lāhi, μα το θεό!, αλήθεια;)

Επίρρημα

والله (vallâhi)

Επιφώνημα

والله (vallâhi)

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.