φραγματοθέτις
Νέα ελληνικά (el)
Ουσιαστικό
φραγματοθέτις θηλυκό
- (ναυτικός όρος): εξειδικευμένος τύπος πολεμικού πλοίου υποστήριξης με κατάλληλη διαρρύθμιση για μεταφορά και πόντιση θαλάσσιων φραγμάτων και συντήρησης ναύδετων αγκυροβολίων.
Μεταφράσεις
φραγματοθέτις
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.