φιλόδοξων
Νέα ελληνικά (el)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
φιλόδοξων
- γενική πληθυντικού του φιλόδοξος
- γενική πληθυντικού του φιλόδοξη
- γενική πληθυντικού του φιλόδοξο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.