φαιδρόνους
Αρχαία ελληνικά (grc)
Επίθετο
φαιδρόνους, -ους, -ουν (αβέβαιη η ύπαρξη της λέξης)
Σημειώσεις
- η φράση του Αισχύλου στον Αγαμέμνονα (1230), στην οποία απαντά κατά μία εκδοχή το φαιδρόνους, απαντά και με άλλη άλλη γραφή και όλως διόλου διαφορετική έννοια
- οὐκ οἶδεν οἷα γλῶσσα μισητῆς κυνός λείξασα κἀκτείνασα φαιδρὸν οὖς, δίκην Ἄτης λαθραίου, τεύξεται κακῇ τύχῃ.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.