φάουλ
Νέα ελληνικά (el)
Ουσιαστικό
φάουλ ουδέτερο άκλιτο
- (αθλητισμός) αντικανονική ενέργεια σε αντίπαλο παίκτη
- το λάκτισμα που δίνει ο διαιτητής στην αντίπαλη ομάδα για την αντικανονική ενέργεια ενός παίκτη
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.