υπότονος

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

υπότονος < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο

υπότονος

  • (χημεία) που έχει μικρότερη οσμωτική πίεση από κάτι άλλο
υπότονο διάλυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.