σχετική θερμοκρασία
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- σχετική θερμοκρασία < → δείτε τις λέξεις σχετική και θερμοκρασία
Πολυλεκτικός όρος
σχετική θερμοκρασία θηλυκό
- (φυσική) η θερμοκρασία που μετριέται σε βαθμούς Κελσίου, ή βαθμούς Φαρενάιτ
Μεταφράσεις
σχετική θερμοκρασία
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.