στερνών

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

στερνών θηλυκό

Κλιτικός τύπος επιθέτου

στερνών

  1. γενική πληθυντικού του στερνός
  2. γενική πληθυντικού του στερνή
  3. γενική πληθυντικού του στερνό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.